κοσμάκης

κοσμάκης
ο
υποκορ. του κόσμος ο πολύς λαός, οι φτωχότερες τάξεις: Ο κοσμάκης προσπαθεί να βρει μια κάποια δουλειά για να εργαστεί.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • κοσμάκης — ο 1. το σύνολο τών απλών ανθρώπων, οι φτωχότερες κοινωνικές τάξεις 2. φρ. «κόσμος και κοσμάκης» πλήθος ανθρώπων κάθε τάξης. [ΕΤΥΜΟΛ. < κόσμος + υποκορ. κατάλ. άκης (πρβλ. πατερ άκης). Η λ. μαρτυρείται από το 1894 στην εφημερίδα Ακρόπολις] …   Dictionary of Greek

  • κόσμος — I Τίτλος διαφόρων εφημερίδων και περιοδικών. 1. Περιοδικό που εκδόθηκε στην Αθήνα από τον Κ. Σταθόπουλο το 1861. 2. Περιοδικό που εκδόθηκε στην Κωνσταντινούπολη από τους Μ. Καλλέργη και Ι. Τανταλίδη το 1882. 3. Περιοδικό που εκδόθηκε στην Αθήνα… …   Dictionary of Greek

  • Marika Krevata — Marika Kotopouli Μαρίκα Κρεβατά Born 1910 Athens, Greece Died September 14, 1994 …   Wikipedia

  • Nassos Kedrakas — Nasos or Nassos Kedrakas Νάσος Κεδράκας Born November 21, 1915 Trikala Died August 25, 1981 Greece Occupation actor Athanasios (Nassos) Kedrakas (Greek: Νάσος Κεδράκας, November 21, 1915, Trikala August 25, 1981) was a Gre …   Wikipedia

  • Nikos Stavridis — Νίκος Σταυρίδης Born 1910 Samos, Principality of Samos (now Greece) Died December 4, 1987 …   Wikipedia

  • Nikos Tsiforos — Νίκος Τσιφόρος Born 1912 Alexandria, Egypt Died 1970 Athens, Greece Occupation Screenwriter Film director Years active …   Wikipedia

  • δημίδιον — δημίδιον, το (Α) [δήμος] (θωπευτικό υποκορ. τού δήμος) ο κοσμάκης, ο αγαπημένος μου, ο χρυσός μου ο λαός …   Dictionary of Greek

  • λαουτζίκος — ο 1. τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα 2. οι φτωχοί και αμόρφωτοι άνθρωποι, ο κοσμάκης. [ΕΤΥΜΟΛ. < λαός + επαυξημένη υποκορ. κατάλ. ουτζίκος (πρβλ. καβγα τζίκος, μασκαρα τζίκος)] …   Dictionary of Greek

  • Γκιωνάκης, Γιάννης — (Αθήνα 1922 – 2002). Ηθοποιός του θεάτρου και του κινηματογράφου. Σπούδασε στη δραματική σχολή του θεάτρου Τέχνης και στο Εθνικό Ωδείο. Το 1944 εμφανίστηκε για πρώτη φορά στο έργο Ο τελευταίος ασπροκόρακας του Αλ. Σολομού και το 1945 άρχισε να… …   Dictionary of Greek

  • Λάσκος, Ορέστης — (Ελευσίνα 1908 – 1992). Σκηνοθέτης του κινηματογράφου και ποιητής. Ήταν αδελφός του ήρωα του Β’ Παγκοσμίου πολέμου Βασίλη Λάσκου (βλ. λ.). Φοίτησε για δύο χρόνια στην ιατρική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και για έναν χρόνο στη Σχολή Ευελπίδων.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”